Για να με βλέπετε εδώ σημαίνει ότι υπάρχω», απάντησε χαμογελώντας ο Παναγιώτης Βαρώτσος σε απορία, για τη δραστηριότητα του ΒΑΝ όλα αυτά τα χρόνια, που διατύπωσε ακροατής της διάλεξής του στο κατάμεστο αμφιθέατρο της Φυσικής, στου Ζωγράφου.
Ήταν μια εντυπωσιακή επανεμφάνιση που δημοσιοποίησε μια μεγάλη επιτυχία του ΒΑΝ. Οι σταθμοί της Πάτρας και του Πύργου είχαν ήδη από τις 23 Νοεμβρίου καταγράψει ηλεκτρικά σήματα σεισμικής δραστηριότητας, εντοπίζοντάς την αρχικά σε μια ζώνη που εκτεινόταν από τη Ζάκυνθο μέχρι και τις ανατολικές ακτές της Αρκαδίας. Τα καταγραφέντα στοιχεία είχαν σταλεί στη βάση δεδομένων του Πανεπιστήμιου Cornell των ΗΠΑ, στην ηλεκτρονική διεύθυνση www.arxiv.org, όπου οι σεισμολόγοι καταθέτουν κάθε νέα έρευνα και πρόοδο της επιστήμης τους. Φυσικά εστάλη και σε άλλα επιστημονικά φόρουμ – η παλιά μέθοδος των τηλεγραφημάτων σε διάφορους φορείς έχει πλέον εγκαταλειφθεί. Επομένως οι έλληνες σεισμολόγοι γνώριζαν την πρόβλεψη, η δε Πολιτεία όφειλε να γνωρίζει.
Το πρώτο πράγμα άλλωστε που κάνει κάθε μέρα ένας σεισμολόγος που παρακολουθεί τις εξελίξεις στην επιστήμη του είναι να μπει στο αρχείο αυτό του Πανεπιστημίου Cornell, όπως τόνισε ο καθηγητής Βαρώτσος, ο οποίος όμως δεν θέλησε να δώσει συνέχεια στο θέμα που, όπως καταλαβαίνετε, δημιουργείται. Είναι φανερό ότι είναι πλέον σοφότερος στις σχέσεις του με τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και σε σχετική ερώτηση αναγνώρισε ως λάθος του την υπερβολική έκθεση στα φώτα της δημοσιότητας.
Μεταγενέστερα σήματα (22 Δεκεμβρίου, 5 Ιανουαρίου) καθιστούσαν την πρόβλεψη ακριβέστερη, αλλά και στην περίπτωση που δεν εντοπίζεται επακριβώς το επίκεντρο (η απόκλιση ήταν 40-50 χλμ.), αυτό δεν έχει ιδιαίτερη πρακτική σημασία. Όπως τόνισε ο καθηγητής Βαρώτσος, «Πρέπει να διευκρινίσουμε ότι το επίκεντρο είναι ένα ιδεατό σημείο που απλά και μόνο υποδεικνύει από πού θα ξεκινήσει η θραύση μέσα στη γη, η οποία σε ελαχιστότατο χρόνο εκτείνεται σε αρκετά μεγάλο μήκος. Αυτό που ενδιαφέρει πρακτικά είναι η συνολική ζώνη που διαρρηγνύεται (η οποία άλλωστε, σύμφωνα με τη Φυσική του φαινομένου, εκπέμπει το προειδοποιητικό σήμα) και όχι από ποιο ακριβώς σημείο θα ξεκινήσει το σπάσιμο. Όσο πιο μεγάλο είναι το μέγεθος ενός σεισμού τόσο μεγαλύτερη είναι η ζώνη που τελικά διαρρηγνύεται. Για παράδειγμα, για σεισμό με μέγεθος 8, η ζώνη έχει μήκος περίπου 200 χιλιόμετρα και βέβαια οι καταστροφές εκτείνονται σε ακόμα μεγαλύτερες αποστάσεις (π.χ. στον σεισμό 8,1 του Μεξικού το 1985, με περίπου 10.000 νεκρούς, το επίκεντρο ήταν σε απόσταση 300 - 500 χιλιόμετρα από την πόλη αυτή). Σε μικρότερους σεισμούς, 6,5 - 7,5, το μήκος της ζώνης διάρρηξης είναι περίπου 40 - 100 χιλιόμετρα και βεβαίως καταστροφές σημειώνονται σε ακόμη μεγαλύτερες αποστάσεις. Ας θυμηθούμε δύο παραδείγματα από την Ελλάδα: Στον σεισμό 6,7 της 24ης Φεβρουαρίου 1981 με επίκεντρο τις Αλκυονίδες, είχαμε καταστροφές και σε περιοχές των Αθηνών, δηλαδή σε απόσταση 60 - 80 χιλιομέτρων. Στον σεισμό 6,5 της 8ης Μαρτίου 1957 με «επίκεντρο» τη δυτική ακτή του Παγασητικού, μόνο οι μισές ζημιές ήταν στον νομό Μαγνησίας και οι υπόλοιπες μισές σε γειτονικούς νομούς».
Και μπορεί στην πατρίδα του ο Βαρώτσος να αντιμετωπίζει σιωπή και εχθρότητα, διεθνώς όμως το έργο του αναγνωρίζεται, στην Ιαπωνία το έχουν αγκαλιάσει -στη βόρεια Ιαπωνία το ΒΑΝ έχει σημειώσει μεγάλες επιτυχίες- και σημαντικές ανασκοπήσεις της επιστημονικής δραστηριότητας στον τομέα της σεισμολογίας ξεκινούν με ό,τι νεώτερο έχει πετύχει αναγιώτης Βαρώτσος στη βελτίωση της μεθόδου του.
Τα υπόλοιπα θα τα διαβάσετε
Στο παρόν εδώ
Ήταν μια εντυπωσιακή επανεμφάνιση που δημοσιοποίησε μια μεγάλη επιτυχία του ΒΑΝ. Οι σταθμοί της Πάτρας και του Πύργου είχαν ήδη από τις 23 Νοεμβρίου καταγράψει ηλεκτρικά σήματα σεισμικής δραστηριότητας, εντοπίζοντάς την αρχικά σε μια ζώνη που εκτεινόταν από τη Ζάκυνθο μέχρι και τις ανατολικές ακτές της Αρκαδίας. Τα καταγραφέντα στοιχεία είχαν σταλεί στη βάση δεδομένων του Πανεπιστήμιου Cornell των ΗΠΑ, στην ηλεκτρονική διεύθυνση www.arxiv.org, όπου οι σεισμολόγοι καταθέτουν κάθε νέα έρευνα και πρόοδο της επιστήμης τους. Φυσικά εστάλη και σε άλλα επιστημονικά φόρουμ – η παλιά μέθοδος των τηλεγραφημάτων σε διάφορους φορείς έχει πλέον εγκαταλειφθεί. Επομένως οι έλληνες σεισμολόγοι γνώριζαν την πρόβλεψη, η δε Πολιτεία όφειλε να γνωρίζει.
Το πρώτο πράγμα άλλωστε που κάνει κάθε μέρα ένας σεισμολόγος που παρακολουθεί τις εξελίξεις στην επιστήμη του είναι να μπει στο αρχείο αυτό του Πανεπιστημίου Cornell, όπως τόνισε ο καθηγητής Βαρώτσος, ο οποίος όμως δεν θέλησε να δώσει συνέχεια στο θέμα που, όπως καταλαβαίνετε, δημιουργείται. Είναι φανερό ότι είναι πλέον σοφότερος στις σχέσεις του με τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και σε σχετική ερώτηση αναγνώρισε ως λάθος του την υπερβολική έκθεση στα φώτα της δημοσιότητας.
Μεταγενέστερα σήματα (22 Δεκεμβρίου, 5 Ιανουαρίου) καθιστούσαν την πρόβλεψη ακριβέστερη, αλλά και στην περίπτωση που δεν εντοπίζεται επακριβώς το επίκεντρο (η απόκλιση ήταν 40-50 χλμ.), αυτό δεν έχει ιδιαίτερη πρακτική σημασία. Όπως τόνισε ο καθηγητής Βαρώτσος, «Πρέπει να διευκρινίσουμε ότι το επίκεντρο είναι ένα ιδεατό σημείο που απλά και μόνο υποδεικνύει από πού θα ξεκινήσει η θραύση μέσα στη γη, η οποία σε ελαχιστότατο χρόνο εκτείνεται σε αρκετά μεγάλο μήκος. Αυτό που ενδιαφέρει πρακτικά είναι η συνολική ζώνη που διαρρηγνύεται (η οποία άλλωστε, σύμφωνα με τη Φυσική του φαινομένου, εκπέμπει το προειδοποιητικό σήμα) και όχι από ποιο ακριβώς σημείο θα ξεκινήσει το σπάσιμο. Όσο πιο μεγάλο είναι το μέγεθος ενός σεισμού τόσο μεγαλύτερη είναι η ζώνη που τελικά διαρρηγνύεται. Για παράδειγμα, για σεισμό με μέγεθος 8, η ζώνη έχει μήκος περίπου 200 χιλιόμετρα και βέβαια οι καταστροφές εκτείνονται σε ακόμα μεγαλύτερες αποστάσεις (π.χ. στον σεισμό 8,1 του Μεξικού το 1985, με περίπου 10.000 νεκρούς, το επίκεντρο ήταν σε απόσταση 300 - 500 χιλιόμετρα από την πόλη αυτή). Σε μικρότερους σεισμούς, 6,5 - 7,5, το μήκος της ζώνης διάρρηξης είναι περίπου 40 - 100 χιλιόμετρα και βεβαίως καταστροφές σημειώνονται σε ακόμη μεγαλύτερες αποστάσεις. Ας θυμηθούμε δύο παραδείγματα από την Ελλάδα: Στον σεισμό 6,7 της 24ης Φεβρουαρίου 1981 με επίκεντρο τις Αλκυονίδες, είχαμε καταστροφές και σε περιοχές των Αθηνών, δηλαδή σε απόσταση 60 - 80 χιλιομέτρων. Στον σεισμό 6,5 της 8ης Μαρτίου 1957 με «επίκεντρο» τη δυτική ακτή του Παγασητικού, μόνο οι μισές ζημιές ήταν στον νομό Μαγνησίας και οι υπόλοιπες μισές σε γειτονικούς νομούς».
Και μπορεί στην πατρίδα του ο Βαρώτσος να αντιμετωπίζει σιωπή και εχθρότητα, διεθνώς όμως το έργο του αναγνωρίζεται, στην Ιαπωνία το έχουν αγκαλιάσει -στη βόρεια Ιαπωνία το ΒΑΝ έχει σημειώσει μεγάλες επιτυχίες- και σημαντικές ανασκοπήσεις της επιστημονικής δραστηριότητας στον τομέα της σεισμολογίας ξεκινούν με ό,τι νεώτερο έχει πετύχει αναγιώτης Βαρώτσος στη βελτίωση της μεθόδου του.
Τα υπόλοιπα θα τα διαβάσετε
Στο παρόν εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου